- σαόπτολις
- σᾰό-πτολις, ιος, ὁ, ἡ,A protecting cities, Supp.Epigr.1.405B1 (Samos, iii A.D.), IG 5(2).153 (Tegea, iv A.D.), Nonn.D.41.395, Coluth.142.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
σαόπτολις — όλιος, ὁ, ἡ, ΜΑ αυτός που φυλάγει, προστατεύει και σώζει τις πόλεις. [ΕΤΥΜΟΛ. < σάος / σῶς «σώος» + πτόλις / πόλις] … Dictionary of Greek
πόλη — Αστικός συνοικισμός, ο οποίος αποτελείται από ένα σύμπλεγμα δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων, τα οποία χωρίζονται ή συνδέονται μεταξύ τους με δρόμους, πάρκα και πλατείες, και που κατοικείται μόνιμα από σημαντικό αριθμό ανθρώπων –που επιδίδονται σε… … Dictionary of Greek